Η Οικουμενική Διακήρυξη Των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η οποία εγκρίθηκε επίσημα από τα Ηνωμένα Έθνη στις 10 Δεκεμβρίου του 1948 είναι το μοναδικό οικουμενικό έγγραφο που υπάρχει σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στο κείμενο αυτό προσδιορίζονται τα τριάντα θεμελιώδη δικαιώματα που αποτελούν τη βάση για μια δημοκρατική κοινωνία. Στο αρθ. 23 «Δικαιώματα των Εργαζοµένων» αναφέρει:
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το επάγγελμά του, να έχει δίκαιες και ικανοποιητικές συνθήκες δουλειάς και να προστατεύεται από την ανεργία.
2. Όλοι, χωρίς καμία διάκριση, έχουν το δικαίωμα ίσης αμοιβής για ίση εργασία.
3. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα δίκαιης και ικανοποιητικής αμοιβής, που να εξασφαλίζει σε αυτόν και την οικογένειά του συνθήκες ζωής αντάξιες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, και η αμοιβή να συμπληρώνεται, αν είναι απαραίτητο, με άλλα μέσα κοινωνικής προστασίας.
4. Καθένας έχει το δικαίωμα να ιδρύει μαζί με άλλους συνδικάτα και να συμμετέχει σε συνδικάτα για την προάσπιση των συμφερόντων του.
Με δύο λόγια, η εργασία συνδέεται με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η αμοιβή που ο κάθε εργαζόμενος λαμβάνει του επιτρέπει να ζει αξιοπρεπώς και να συντηρεί τον εαυτό του και αυτούς που εξαρτώνται από αυτόν. Όλες αυτές οι επιδιώξεις της αξιοπρέπειας δυστυχώς τελούν υπό αμφισβήτηση τα τελευταία χρόνια μέσα στις οικονομικές συνθήκες που έχει επιβάλει ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός.
Συμπληρώθηκαν ήδη 166 χρόνια από την πρώτη καταγεγραμμένη απεργία των γυναικών (08/03/1857) με αιτήματα τη μείωση των ωρών εργασίας, την ίση αμοιβή με τους άνδρες και τις ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας. Παρά τα τόσα χρόνια όμως και τις αλλαγές στη νομοθεσία και στις κοινωνικές συνθήκες, η πραγματική ισότητα εξακολουθεί να είναι ζητούμενο.
Η καπιταλιστική κρίση που οδηγεί σε περιθωριοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, επηρεάζει ιδιαίτερα τις γυναίκες, οι οποίες για λόγους παραδοσιακούς και κοινωνικούς – πολιτικούς υφίστανται σε μεγαλύτερο βαθμό τις συνέπειες της κρίσης. Παρά τη μορφωτική της εξέλιξη και την ανάδειξή της συχνά σε κεντρικές θέσεις εξουσίας, η πλειοψηφία των γυναικών εξακολουθεί να υφίσταται την ίδια άνιση μεταχείριση. Η ανεργία είναι πολύ μεγαλύτερη στις γυναίκες. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΑΕΔ Ιανουαρίου 2022 το ποσοστό των καταγεγραμμένων ανδρών άνεργων ανέρχεται σε 36,48% ενώ των γυναικών ανέρχεται σε 63,52%. Οι ελαστικές μορφές απασχόλησης πλήττουν περισσότερο τις γυναίκες ενώ η γυναίκα στην εργασία της αντιμετωπίζει ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα όπως η σεξουαλική παρενόχληση. Οι καταγγελίες των γυναικών για το θέμα αυτό είναι ελάχιστες και δεν είναι παρά μόνο η κορυφή του παγόβουνου αυτών που συμβαίνουν.
Στα παραπάνω προβλήματα των γυναικών δεν υπολογίζεται η καθημερινή και συνεχής εργασία που προσφέρουν στην οικογένεια, διότι ακόμη και τώρα η γυναίκα εξακολουθεί να έχει την κύρια ευθύνη για την φροντίδα των παιδιών και των ενηλίκων. Γενικότερα είναι πολύ δύσκολο για μία γυναίκα να συνδυάζει εργασία, οικογενειακή και προσωπική ζωή. Η πανδημία προκάλεσε επίσης σημαντική αύξηση του αριθμού των τηλεργαζομένων στην Ευρώπη, ιδίως μεταξύ των γυναικών. Όμως, το κλείσιμο των σχολείων και των παιδικών σταθμών κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού είχε δυσανάλογο αντίκτυπο τις γυναίκες, οι οποίες γενικά ανέλαβαν μεγαλύτερες οικιακές ευθύνες και ευθύνες φροντίδας. Στη φανταστική σφαίρα του κινηματογράφου παρουσιάζονται σαν σύνηθες φαινόμενο γυναίκες να ανελίσσονται με μεγάλη ευκολία στη διοικητική ιεραρχία των επιχειρήσεων. Στην πραγματική ζωή όμως, γυναίκες που βρίσκονται σε ηγετικές θέσεις, προέρχονται συνήθως από τα ανώτατα κοινωνικά στρώματα.
Σε ότι αφορά την διάκριση με βάση την ηλικία, το ίδιο το κράτος με πρόσχημα τη μείωση της πολύ υψηλής ανεργίας τότε στους νέους (άνω του 60%) θεσμοθετησε με το Ν. 4093/12 τον υποκατώτατο μισθό των 511€ για τους νέους κάτω των 25 ετών, ο οποίος διατηρήθηκε για 6 χρόνια. Με τον τρόπο αυτό οδηγήθηκαν οι νέοι κάτω των 25 σε συνθήκες εργασιακής δουλείας και οι μεγαλύτεροι στον Καιάδα της ανεργίας. Επίσης έχουν θεσμοθετηθεί τόσο η μαθητεία στα ΕΠΑΛ και ΟΑΕΔ όσο και η πρακτική άσκηση αποφοίτων τουριστικών σχολών σε ξενοδοχεία με χαμηλούς μισθούς και μειωμένες ως ανύπαρκτες ασφαλιστικές εισφορές. Όλα αυτά για να ενισχυθεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Για τα άτομα με αναπηρία / χρόνιες παθήσεις τώρα, οι προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι οι εξής: Το ποσοστό των ανθρώπων αυτών που εργάζονται είναι πολύ μικρότερο από αυτό των ατόμων χωρίς αναπηρία. Τα άτομα με αναπηρία αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Πολύ λιγότερα ποσοστιαία άτομα με αναπηρία έχουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τέλος πάνω από τους μισούς ανθρώπους αυτούς αισθάνονται ότι υφίστανται διακρίσεις.
Για να διευκολυνθεί η συμμετοχή των ανθρώπων αυτών στην εργασία και τη ζωή χρειάζεται πρώτιστα να δοθεί προσβασιμότητα τόσο στους φυσικούς χώρους που κινούνται όσο και στα μέσα που χρειάζονται για να ασκήσουν τις δραστηριότητες τους όπως τη χρήση λογισμικού και των διαδικτύων. Είναι ένας τομέας στον οποίο υπάρχει δραστηριοποίηση και αποτελέσματα ήδη και που ευνοείται από την εξέλιξη της τεχνολογίας και των δυνατοτήτων της. Εκεί που υπάρχει έλλειμμα είναι στην παιδεία και στην εξάλειψη της προκατάληψης. Δεν είναι δυστυχώς λίγες οι φορές που βλέπουμε σταθμευμένο αυτοκίνητο πάνω ή μπροστά σε ράμπα του πεζοδρομίου που έχει κατασκευαστεί για τη διευκόλυνση της κίνησης ατόμων με αμαξίδιο.
Ο τερματισμός των διακρίσεων λόγου σεξουαλικού προσανατολισμού, καθώς και ο πλήρης σεβασμός των διεθνών συμβάσεων που έχει υπογράψει η Ελλάδα (ΟΗΕ, Συμβούλιο της Ευρώπης, κ.ά.) αποτελούν στόχο κάθε προοδευτικής δύναμης, όπως και του ΜέΡΑ25. Συχνό φαινόμενο είναι η μη αποδοχή των ατόμων ΛΟΑΤΚΙ+ στους χώρους εργασίας, όπως επιβεβαιώνεται και από έρευνα του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2021-22) στην οποία συμμετείχαν 4.500 άτομα από την Ελλάδα, με τους εργοδότες να μην παραδέχονται τον λόγο της απόρριψης αλλά να προφασίζονται άλλους λόγους. Ειδικά άτομα «που τους φαίνεται», όπως χαρακτηριστικά λένε, έχουν πολύ μεγαλύτερα ποσοστά απόρριψης, χωρίς όμως να αναφέρεται αυτό ως λόγος της απόρριψης. Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, που τα άτομα της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ+ είναι πιο δραστήρια, παρατηρείται μια πιο ενεργή ομοφοβία με επιθέσεις, εκφοβισμούς, ρατσιστικές συμπεριφορές και μηνύματα μίσους. Στις πιο μικρές και κλειστές κοινωνίες είναι πιο δύσκολο να εκφραστεί ένα άτομο για τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή/και την ταυτότητα φύλου του. Δύο απλά πράγματα ζητά η κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ+, την αποδοχή και την ίση μεταχείριση. Στην αποδοχή υπάρχει κάποια πρόοδος τα τελευταία χρόνια αλλά στην ίση μεταχείριση, στην εργασία ή αλλού, υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν.
Ο ρατσισμός αποτελείται από μορφές διακρίσεων με τις οποίες οι άνθρωποι περιθωριοποιούνται, διακρίνονται, καταπιέζονται, ταπεινώνονται ή ακόμη και διώκονται (π.χ. εξαιτίας των εξωτερικών τους χαρακτηριστικών, όπως το χρώμα του δέρματος). Η σαφέστερη απόδειξη όσον αφορά στην ανισότητα του χρώματος του δέρματος είναι η εξής: Ένα μη-λευκό πρόσωπο, δεν είναι πάντα κάτι το φυσιολογικό στην Ελλάδα, δεν είναι απλά μόνο ένα άτομο. Πρόκειται για έναν μετανάστη, έναν πρόσφυγα, μια οικιακή βοηθό. Δεν είναι ποτέ απλά ένας γείτονας, αλλά ο «γείτονας από π.χ. τη Νιγηρία». Ποτέ ένας συμμαθητής, αλλά ένα «αγόρι από το Αφγανιστάν», ίσως ακόμη και ένας φίλος, αλλά πάντα με το συμπλήρωμα «από …».
Ρατσισμός είναι τα ασήμαντα πράγματα με τα οποία δείχνουμε σε κάποιον ότι είναι διαφορετικός. Η δυσκολία να νοικιάσει ένα διαμέρισμα. Ο ελεγκτής στο λεωφορείο, ο οποίος είναι βέβαιος εξαρχής ότι κάποιος ανέβηκε χωρίς εισιτήριο.
Η εκμετάλλευση των εργαζομένων, «παράνομων» μεταναστών νομιμοποιείται μέσα από ρατσιστικές κατασκευές. Ο ρατσισμός διαχειρίζεται κριτήρια που δεν στηρίζονται στην ανθρώπινη αξία και την ατομική επίδοση και έτσι μπορεί να αιτιολογεί άδικες δομές.
Ένα βασικό χαρακτηριστικό των ρατσιστικών αντιλήψεων και πρακτικών είναι η απόδοση ιδιοτήτων σε μια ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι παρουσιάζονται ως μια μονάδα με εθνοτικά χαρακτηριστικά. Ο καταλογισμός εθνοτικων γνωρισμάτων εκπληρώνει την ίδια λειτουργία όπως οι βιολογικές ερμηνείες. Υποστηρίζεται ότι κάποιες εθνοτικές ομάδες ανθρώπων δεν μπορούν να προσφέρουν πολιτισμικά ή κοινωνικά και, ως εκ τούτου, νομιμοποιείται η ανισότητα και ο αποκλεισμός.
Σε όλα αυτά η απάντηση του ΜεΡΑ25 είναι:
- Αντιμετώπιση της ανεργίας των γυναικών, εξάλειψη των διακρίσεων στους μισθούς και στα εργασιακά δικαιώματα.
- Ενίσχυση των κρατικών δομών για τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων, απαραίτητη προϋπόθεση για τη δυνατότητα εργασίας των συζύγων.
- Ειδική στήριξη για τη μονογονεϊκή οικογένεια, που περιλαμβάνει οικονομική ενίσχυση και κοινωνική βοήθεια, όπως περισσότερες άδειες γονέα και παροχή από το κράτος δωρεάν υπηρεσιών φύλαξης παιδιών/νηπιαγωγείο.
- Χορήγηση πλήρων αποδοχών και ασφαλιστικών εισφορών νεοδιόριστου στη μαθητεία και την πρακτική εξάσκηση.
- Πλήρης αποδοχή και ένταξη των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων στην εργασία, στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, και στις δομές του δημόσιου βίου, χωρίς εις βάρος τους διακρίσεις.
- Ένα αυστηρό πρωτόκολλο στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης για το πώς αυτά να αναφέρονται στα περιστατικά της έμφυλης βίας και διάκρισης ούτως ώστε να μην αναπαράγονται κοινωνικά στερεότυπα που τα δικαιολογούν και στοχοποιούν ή στιγματίζουν τα θύματα, το λεγόμενο victim blaming.
- Ένταξη στην παιδεία, στις κατάλληλες ηλικίες, θεμάτων όπως ο σεβασμός στην αναπηρία, η ισότητα όλων των ανθρώπων ανεξάρτητα από τη φυλετική ή εθνοτική τους προέλευση έξω από μίσος και προκαταλήψεις και η αποδοχή της διαφορετικότητας στο σεξουαλικό προσανατολισμό του κάθε ατόμου.
- Υπερασπιζόμαστε μια ελεύθερη και δημοκρατική κοινωνία.
Κλείνοντας, ένα σχόλιο για τις εθνικές εκλογές: Εάν πάρουμε υπόψη και την άνοδο και είσοδο στη Βουλή ακροδεξιών κομμάτων με ρατσιστικές, συντηρητικές, οπισθοδρομικές, ανορθολογικές αντιλήψεις, που από κοινού κατέγραψαν ποσοστό 13%, καθώς και τη μεγαλύτερη μετά το 1974 αποχή, κατανοούμε ότι στις εκλογές της 25ης Ιούνη αποτυπώθηκε ένας νέος πιο συντηρητικός έως αντιδραστικός συσχετισμός δυνάμεων, που θα δώσει άλλοθι για την επιδείνωση των δικαιωμάτων των διαφορετικοτήτων που συζητήσαμε σήμερα.
Εύχομαι η Χάρτα να αποτελέσει μοχλό πίεσης προς την κυβέρνηση ώστε να αποτραπεί η επιδείνωση αυτή, να αποτελέσει όπλο για την αφύπνιση, επαγρύπνηση κι ενεργοποίηση των εργαζομένων και να μη γίνει μια ακόμη ανεφάρμοστη συνθήκη απ’ αυτές που γίνονται για να λέμε ότι … κάτι κάναμε!